Διδακτορική Διατριβή

Ρarcours des lieux urbains. Construction sociale et subjective de l’expérience urbaine à partir des récits de vie de jeunes habitants d’Αthènes.

(Περιηγήσεις αστικών τόπων. Κοινωνική και υποκειμενική κατασκευή της αστεακής εμπειρίας μέσω διηγήσεων ζωής νέων κατοίκων της Αθήνας).

Ecole des Ηautes Εtudes en Sciences Sociales, Laboratoire de Ρsychologie Sociale, Διδακτορικό Δίπλωμα στην Κοινωνική Ψυχολογία υπό την εποπτεία της D. Jodelet (Διευθύντρια σπουδών στην Ε.Η.Ε.S.S.), Μνεία «Τrès Ηonorable avec félicitations du jury», Δεκέμβριος 1997, σ. 417.

Η εργασία αυτή μελετά τη σχέση ατόμων και ομάδων με τον χώρο, ιδιαίτερα τον αστικό. Βασίζεται σε εμπειρική έρευνα, επικεντρωμένη στην εμπειρία ζωής 57 νέων κατοίκων της Αθήνας, ανδρών και γυναικών, που έχουν γεννηθεί είτε στην πρωτεύουσα είτε σε αγροτικές περιοχές και επαρχιακές πόλεις της Ελλάδας. Η μεθοδολογία που επιλέχθηκε συνδυάζει αφηγήσεις ζωής και παραγωγή εικόνων διαφορετικών ειδών (σχέδια και φωτογραφίες) με στόχο να αποδώσει καλύτερα τη σχέση με τον χρόνο αλλά και τον ρόλο του φαντασιακού στην κατασκευή των αναπαραστάσεων των χώρων της καθημερινής ζωής. Η πόλη προσεγγίζεται ως προς την χωρική της διάσταση και συνδέεται με την προβληματική της νεοτερικότητας. Η πόλη της Αθήνας, ειδικότερα, εκλαμβάνεται ως σταυροδρόμι των μεταναστατευτικών διαδρομών των νέων Ελλήνων που μετακινούνται προς τα μεγάλα αστικά κέντρα της Ελλάδας και του εξωτερικού στην δεκαετία του 1980. Μέσα από τις διηγήσεις τους επανασυγκροτούνται οι αναπαραστάσεις των πόλεων και των τόπων της καθημερινής ζωής, οι οποίες αναδεικνύουν τις εντάσεις μεταξύ αγροτικού και αστικού κόσμου, μεταξύ πόλης και μητρόπολης, σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο. 

Οι αφηγήσεις των προσώπων κατασκευάζονται σε σχέση με τα στάδια της ζωής, από την παιδική ηλικία (στους τόπους του σπιτιού) έως την ενήλικη ζωή (που επιτρέπει σταδιακά την προσέγγιση του κέντρου του άστεως). Σημείο αναφοράς στις αφηγήσεις αυτές είναι το σπίτι που παραμένει τόπος σχετικά σταθερός και σημαντικός για τον καθένα. Στις περιγραφές των χώρων του σπιτιού χρησιμοποιούνται κατηγορίες όπως παλιό/μοντέρνο και ζεστό/κρύο, οι οποίες διαφοροποιούνται ανάλογα με τον κοινωνικό περίγυρο, τη συγκεκριμένη περίοδο της ζωής και, κυρίως, ανάλογα με το φύλο του προσώπου. Πολλά στοιχεία μαρτυρούν ως πρωταρχική τη διαφορά μεταξύ των φύλων στην αισθητική διαμόρφωση των χώρων του σπιτιού. Η διαφορά αυτή παραπέμπει σε συνολικότερες διαφορές στο «στυλ» της αντίληψης και αποτίμησης της πραγματικότητας. Οι σχέσεις που αναπτύσσει ο καθένας με τη γειτονιά και με τους διάφορους άλλους τόπους ζωής (εκπαίδευσης, εργασίας, διασκέδασης) αναδεικνύουν αντιστάσεις των τοπικών δεσμών και αλλαγές, ως συνέπεια των αστικών τρόπων διαβίωσης, οι οποίες περιγράφονται διαφορετικά ανάλογα με τον βαθμό αστικοποίησης του περιβάλλοντος όπου εντάσσεται κάθε συγκεκριμένη γειτονιά. Κατά τη μετάβαση από τη γειτονιά προς το κέντρο, μια από τις βασικές αναφορές που οριοθετούν την πορεία μιας ζωής είναι το σχολείο, τόπος που περιγράφεται και αυτός ανάλογα με το κοινωνικό περιβάλλον από το οποίο προέρχεται ο καθένας. Η κατασκευή ενός νέου περιβάλλοντος στο πανεπιστήμιο και οι σύνθετες σχέσεις με τους τόπους εργασίας και διασκέδασης επιτρέπουν να διαφανούν διαφορετικές όψεις της σύγχρονης ιστορίας της χώρας πίσω από την κατασκευή μοναδικών ατομικών διαδρομών. Η συγκρότηση της ατομικής ταυτότητας, λοιπόν, όπως συλλαμβάνεται μέσω μιας κίνησης εξέλιξης τόσο στο χώρο και στον χρόνο όσο και στο κοινωνικό σύνολο, παρουσιάζεται στενά συνυφασμένη με τη σχέση που αφορά στους διάφορους τόπους της ζωής. Η διαμόρφωση της σωματικότητας, η οποία υπόκειται σε παραλλαγές ανάλογα με τα κοινωνικά περιβάλλοντα όπου ανήκει ο καθένας, διαφαίνεται μέσω των διαδικασιών κοινωνικοποίησης. Συνάμα, η εδραίωση στο χώρο και στο χρόνο των κοινωνικών και υποκειμενικών ταυτοτήτων υποβοηθείται από μια μνήμη των αισθήσεων, όπως αυτή εκδηλώνεται μέσα από μη ηθελημένες και έντονα συναισθηματικά φορτισμένες αναφορές, τόσο στην αισθητηριακή όσο και στην αισθητική πρόσληψη και διαχείριση του περιβάλλοντος κόσμου από τα υποκείμενα. 

Η πόλη ως αστικό «κέντρο» αποκτά σημασία στις αφηγήσεις ζωής ως βασικός πόλος έλξης των μεταναστευτικών διαδρομών. Εκκινώντας, συγκεκριμένα, από τις κοινωνικές αναπαραστάσεις της πόλης της Αθήνας, εκδιπλώνεται μια ολόκληρη σειρά συγκρίσεων μεταξύ πόλεων, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό της χώρας. Στις συγκρίσεις αυτές διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο οι αντιθέσεις μεταξύ ζεστού/ κρύου και όμορφου/άσχημου. Οι αντιλήψεις οι σχετικές με την ιδανική πόλη επιτρέπουν τη διάκριση μεταξύ δύο βασικών στάσεων στο ζήτημα αυτό, εκ των οποίων η μία μπορεί να χαρακτηριστεί ως εγγύτερη στην ιδεολογία, ενώ η άλλη στην ουτοπία. Στο ιδιάζον αστικό φαντασιακό του σύγχρονου κόσμου, η εικόνα της πόλης ως ζωτικού περιβάλλοντος δεν φαίνεται να διακρίνεται, ουσιαστικά, από αυτή της φύσης. Η συναισθηματική σύνδεση με ένα συγκεκριμένο περιβάλλον ζωής βεβαιώνεται μέσα από αναφορές στην ατμόσφαιρα ενός τόπου, στη ζωογόνο δύναμη ή στην ενέργεια που μπορεί να περικλείει μέσα του, στη σημασία της ρίζας ή του τόπου καταγωγής, κ.λπ. Οι συλλογικές ερμηνείες αντίστοιχων αναφορών αναδεικνύουν το ρόλο της μνήμης στην πρόσληψη του χώρου και παραπέμπουν σε συνολικότερες θεωρήσεις του κόσμου. Ταυτοχρόνως, μεταξύ των πολλαπλών τρόπων με τους οποίους τα άτομα κατορθώνουν να συνδεθούν με την πόλη ως το κατεξοχήν χωροχρονικό πλαίσιο που καθορίζει τη ζωή τους, διακρίνονται ορισμένες χειρονομίες που της απευθύνουν. Πρόκειται για μικροσκοπικές πρακτικές αισθητικού χαρακτήρα, οι οποίες μπορεί να γίνουν κατανοητές ως απόπειρες να πραγματωθεί, στην καθημερινότητα, μια μοναδική και συγκεκριμένη κάθε φορά σχέση με το ιδεώδες. 

Από το σύνολο των στοιχείων που παρουσιάζονται στην εργασία αυτή, και ιδιαίτερα μέσω των συλλογικών ερμηνειών της σχέσης με το περιβάλλον (milieu), βεβαιώνεται τόσο ο ρόλος της μνήμης, όσο και αυτός των σχέσεων εξουσίας / γνώσης στη μορφοποίηση και νοηματοδότηση της αστικής εμπειρίας. Τονίζεται η σημασία της πόλης ως κέντρου και διακρίνονται διαφορετικές πολιτισμικές διαδικασίες δημιουργίας διαμεσολαβήσεων. Η διαφορά των φύλων αναδεικνύεται ως καθοριστικός παράγοντας της οργάνωσης της καθημερινότητας, ενώ η διερεύνηση της ατομικής και συλλογικής εμπειρίας του σώματος φαίνεται να ανοίγει καινούργιες προοπτικές έρευνας.