Η σύγχρονη τέχνη – της ανθρωπολογίας_2012

Η σύγχρονη τέχνη – της ανθρωπολογίας

Στο Ε. Γιαλούρη (επιμ.): Υλικός πολιτισμός. Η ανθρωπολογία στη χώρα των πραγμάτων, Αθήνα: Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, σ. 151-170.

Στο κείμενο επισημαίνονται, αρχικά, οι διαφορετικές προοπτικές απέναντι στην τέχνη (και ιδιαίτερα στις εικαστικές τέχνες) που υιοθετούνται, σήμερα, στην ανθρωπολογία. Στη συνέχεια αναπτύσσονται τα χαρακτηριστικά μιας νέας προσέγγισης που διαμορφώνεται, πιο πρόσφατα, υπό την επιρροή της μελέτης του υλικού πολιτισμού, θέτοντας ως πρόταγμα την ριζική ανανέωση της ανθρωπολογίας της τέχνης· ή, ίσως, ακριβέστερα, την ανανέωση της τέχνης της ανθρωπολογίας.

α. Τι σημαίνει «τέχνη»: ένα σύνθετο πρόβλημα για την ανθρωπολογία.

Αν επιχειρήσουμε να συστηματοποιήσουμε τις ισχύουσες τάσεις των τελευταίων δεκαετιών στην ανθρωπολογία της τέχνης, τομέας που βρίσκεται ακόμα υπό διαμόρφωση, διακρίνουμε τρεις κατευθύνσεις. Με βάση τις σχέσεις που αναδεικνύουν ανάμεσα στην ανθρωπολογία και την τέχνη, θα μπορούσαμε να τις χαρακτηρίσουμε ως «ανθρωπολογία της τέχνης», «μεταξύ ανθρωπολογίας και τέχνης» και «ανθρωπολογία μέσω τέχνης». 

βΌταν «τα πράγματα μιλούν από μόνα τους»: οι ανθρωπολόγοι επαναπροσδιορίζουν την τέχνη τους.

Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, σε μια περίοδο όπου οι ανθρωπολόγοι επανεξετάζουν τις καθιερωμένες πρακτικές της επιστήμης τους, αμφισβητείται και η πάγια τακτική να αποδίδονται «νοήματα» (γλωσσικού τύπου) στα αντικείμενα, αφού τοποθετηθούν εντός συγκεκριμένου πλαισίου αναφοράς. Έκτοτε, η έμφαση μετατοπίζεται από το πλαίσιο στο αντικείμενο – το οποίο μπορεί να διαθέτει (ή να του αποδίδεται) «εμπρόθετη δράση» – και από εκεί στο «πράγμα» καθαυτό. Οι πολλές και ποικίλες διερευνήσεις γύρω από το θέμα στρέφονται κυρίως γύρω από την υλικότητα των όντων και την δικτύωσή τους, ενώ εναντιώνονται στην μοντέρνα τάση για καθαρότητα των διακρίσεων υποκειμένου / αντικειμένου, φύσης / πολιτισμού, κ.ο.κ., θέτοντας υπό αμφισβήτηση και την ίδια την ανθρωπολογία ως κατεξοχήν ανθρωποκεντρική επιστήμη. Αν η μελέτη του υλικού πολιτισμού μάς έχει βοηθήσει, μέχρι σήμερα, να στοχαστούμε πάνω στην καταλυτική επίδραση της σιωπηρής παρουσίας των πραγμάτων στη ζωή μας, τώρα μοιάζει να μας σπρώχνει να ακούσουμε «τα πράγματα να μιλούν από μόνα τους» (αν με το ότι «μιλούν» δεν αναφερόμαστε κατ’ ανάγκην στην γλώσσα αλλά, εν γένει, στην δράση τους). Το ζήτημα είναι, εν προκειμένω, αν έχουν να μας πουν κάτι, ιδιαίτερα για την τέχνη. Διότι, συνήθως δεν εξειδικεύεται το θέμα, αλλά και όταν ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως από τον Gell και την Küchler– δεν αποσαφηνίζεται σε τι ακριβώς αναφέρεται. Παρουσιάζοντας τις προσεγγίσεις τους – και ιδίως της Küchler – διαφαίνεται πως η μελέτη της τέχνης μέσα από το πρίσμα του υλικού πολιτισμού καταλήγει να αποδίδει την μέγιστη σημασία στον νου, υποστηρίζοντας ότι η τέχνη ως τέχνημα ή, ίσως, τέχνασμα, υλοποιεί τρόπους του σκέπτεσθαι. Επιτυγχάνουμε, όμως, κατ’ αυτό τον τρόπο, να αγγίξουμε την συγκεκριμένη και ιδιαίτερη, κάθε φορά, υλική μορφή ενός έργου τέχνης; Ο Gell, πάντως, εξακολουθεί να καταδεικνύει πίσω από τα πράγματα τις σχέσεις των προσώπων. Και είναι μέσα σ’ αυτές τις σχέσεις που βρίσκει την τέχνη. Το βιβλίο του (Art and Agency), σαν κάθε γραπτό ή άλλο έργο, μπορεί να αντιμετωπιστεί ως το κατ’ εξοχήν παράδειγμα της θεωρίας του: κάτι απομένει από τον άλλο που συνεχίζει να δρα σε μένα. Κι αν αυτό το «κάτι» είναι περίπλοκο, προκλητικό, αινιγματικό, ίσως έχει κανείς έναν λόγο παραπάνω να το ονομάσει «τέχνη».