Προτάσεις για μια ανθρωπολογία των σύγχρονων εικαστικών τεχνών
Στο Ε. Ρίκου (επιμ.): Ανθρωπολογία και Σύγχρονη Τέχνη, Αθήνα: Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, σ. 11-92.
Η εισαγωγή στον τόμο παρέχει μια πρώτη χαρτογράφηση του πεδίου και ένα αρτιότερο πλαίσιο ανάγνωσης των κειμένων, καλύπτοντας κενά στην ελληνική βιβλιογραφία. Η εισαγωγή έχει τρία μέρη: α. Συμπαραθέσεις, β. Αρχείο, γ. Προοπτικές.
Στο πρώτο μέρος της εισαγωγής, τις Συμπαραθέσεις, παρουσιάζεται το περιεχόμενο του τόμου, με στόχο να υπογραμμιστεί και να διευκρινιστεί στον αναγνώστη η συνολικότερη οπτική στις σχέσεις τέχνης και ανθρωπολογίας που διέπει το εγχείρημα. Ο τόμος οργανώνεται στη βάση πέντε θεματικών ενοτήτων: α. Θεωρητικές προοπτικές, β. Συζητήσεις για την αισθητική, γ. Σχολιασμοί εικαστικών εκθέσεων, δ. Διερευνήσεις καλλιτεχνικών πρακτικών, ς. Διάλογοι μεταξύ καλλιτεχνών και ανθρωπολόγων.
Στις δύο ενότητες του δεύτερου μέρους της εισαγωγής, του Αρχείου, δίνονται πληροφορίες για τα ζητήματα που προκύπτουν κατ’ επανάληψη μεταξύ τέχνης και ανθρωπολογίας, από τα τέλη του 19ου αιώνα ως τις μέρες μας: τον προβληματισμό γύρω από τις κοινές «πριμιτιβιστικές» ανησυχίες ανθρωπολόγων και καλλιτεχνών και την αναζήτηση μιας χαρακτηριστικά ανθρωπολογικής θεώρησης της τέχνης.
Στην πρώτη ενότητα του Αρχείου παρουσιάζεται «Μια κοινή προτίμηση για το πρωτόγονο» που συνδέει ιστορικά την ανθρωπολογία με τη μοντέρνα και τη σύγχρονη τέχνη. Η έμφαση, στο σημείο αυτό, δίνεται στην τέχνη μάλλον παρά στην ανθρωπολογία, για δύο λόγους διαφορετικής τάξης. Αφενός, τονίζεται κατ’ αυτό τον τρόπο ο ιδιαίτερος ρόλος που διαδραμάτισαν στις δυτικές κοινωνίες οι καλλιτέχνες με τη στάση τους απέναντι στους υποτιθέμενα «πρωτόγονους» άλλους, συμβάλλοντας αποφασιστικά στη δημιουργία του κατάλληλου κλίματος για να αναπτυχθούν και τα επιστημονικά ενδιαφέροντα των ανθρωπολόγων για την «πρωτόγονη» κοινωνία. Αφετέρου, συμπληρώνεται με μια σύντομη επισκόπηση εισαγωγικού χαρακτήρα η περιορισμένη προς το παρόν ελληνική βιβλιογραφία για αυτό το κεντρικό ζήτημα της μοντέρνας και σύγχρονης τέχνης.
Στη δεύτερη ενότητα του Αρχείου τίθεται το ερώτημα κατά πόσο «Μπορεί να υπάρξει μια ανθρωπολογική θεωρία για τις εικαστικές τέχνες;». Πρόκειται για έναν προβληματισμό ανθρωπολόγων όπως ο Alfred Gell που επιχείρησαν να διευκρινίσουν σε τι μπορεί να συνίσταται μια ιδιαίτερη ανθρωπολογική προοπτική στην τέχνη, η οποία δεν θα υιοθετεί αντιλήψεις της δυτικής ιστορίας της τέχνης, ώστε να τις εφαρμόσει σε διαφορετικά πολιτισμικά πλαίσια. Έτσι, ως απαραίτητο τμήμα αυτού του Αρχείου θεωρήθηκε μια σύντομη παρουσίαση της συμβολής στο θέμα της τέχνης τριών ανθρωπολόγων, του Franz Boas, του Claude Lévi-Strauss και του Clifford Geertz, η αναφορά στους οποίους επιτρέπει, παράλληλα, να αποτυπωθούν σημαντικοί σταθμοί στην ιστορία της ανθρωπολογικής σκέψης μέσα στον 20ό αιώνα.
Το τρίτο και τελευταίο μέρος της εισαγωγής περιλαμβάνει μια σύντομη επισκόπηση των σχέσεων ανθρωπολογίας και εικαστικών τεχνών στις αρχές του 21ου αιώνα, στις δύο Προοπτικές της οποίας διαφαίνονται οι διαπιστώσεις. Αφενός, η εθνογραφική διερεύνηση καλλιτεχνικών πρακτικών ανά τον κόσμο με εμπεριστατωμένη τοποθέτησή τους στο εκάστοτε κοινωνικοπολιτισμικό πλαίσιο αναφοράς τους εξακολουθεί να στηρίζει θεωρητικές αναζητήσεις ανθρωπολόγων που διαλέγονται πλέον συστηματικά με αυτές των ιστορικών και θεωρητικών τέχνης, καθώς και των κριτικών και των επιμελητών εκθέσεων. Αφετέρου, διαπιστώνεται ολοένα και μεγαλύτερη αλληλοδιείσδυση τέχνης και ανθρωπολογίας στο επίπεδο των ερευνητικών πρακτικών, όπου κοινά ενδιαφέροντα, κυρίως γύρω από τη μέθοδο της επιτόπιας έρευνας, υποβοηθούν έναν ιδιαίτερα δημιουργικό διάλογο με επιστημολογικό, καλλιτεχνικό αλλά και πολιτικό ενδιαφέρον (βλ. χαρακτηριστικά Schneider και Wright 2006, 2010).